Stündlich στα ελληνικά

Μετάφραση: stündlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωριαίος, ωριαία, ωριαίες, ώρα, ωριαίο
Stündlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beschneidung στα ελληνικά - περιτομή, περιτομής, η περιτομή, την περιτομή, της περιτομής
  • bewusst στα ελληνικά - ενσυνείδητα, συνειδητά, συνειδητή, συνειδητά να
Τυχαίες λέξεις
Stündlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωριαίος, ωριαία, ωριαίες, ώρα, ωριαίο