Reinheit στα ελληνικά

Μετάφραση: reinheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φραγμός, απλότητα, καθαρότητα, καθαρότητας, καθαρότητος, την καθαρότητα, αγνότητα
Reinheit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angeordnet στα ελληνικά - τοποθετημένα, διατεταγμένα, διατάσσονται, διοργανώνονται, κανονιστεί
  • anthologie στα ελληνικά - ανθολογία, ανθολογίας, Anthology, ανθολόγιο, την ανθολογία
  • bett στα ελληνικά - κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed
  • breie στα ελληνικά - paps, ΜΖΠ, ΜΖΠ που, των ΜΖΠ
Τυχαίες λέξεις
Reinheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φραγμός, απλότητα, καθαρότητα, καθαρότητας, καθαρότητος, την καθαρότητα, αγνότητα