Λέξη: βιβλιοθηκάριος
Σχετικές λέξεις: βιβλιοθηκάριος
βιβλιοθηκάριος λεξικο, βιβλιοθηκάριος επαγγελμα, βιβλιοθηκονόμος βιβλιοθηκάριος, αναστάσιος βιβλιοθηκάριος, ο βιβλιοθηκάριος
Μεταφράσεις: βιβλιοθηκάριος
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
librarian, a librarian
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bibliotecario, bibliotecaria, bibliotecario de, biblioteca, bibliotecarios
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bibliothekar, Bibliothekar, Bibliothekarin, Bibliothekars, librarian
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bibliothécaire, bibliothécaires, bibliothécaire de, de bibliothécaire, bibliothécaire en
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bibliotecario, bibliotecaria, librarian, libraio, bibliotecario di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bibliotecário, bibliotecária, bibliotecário de, do bibliotecário, librarian
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bibliothecaris, bibliothecaresse, librarian, de bibliothecaris, bibliothecaris van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
библиотекарь, библиотекарша, библиотекарем, библиотекаря
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bibliotekar, bibliotekaren, librarian
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bibliotekarie, bibliotekarien
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirjastonhoitaja, kirjastonhoitajalta, kirjastonhoitajan, kirjastonhoitajana, librarian
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bibliotekar, bibliotekaren, bibliotekarens
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
knihovník, knihovnice, knihovníka, knihovníkem, Knihovní
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
księgarz, bibliotekarz, bibliotekarza, bibliotekarka, bibliotekarzem, bibliotekarką
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
könyvtáros, könyvtárosa, könyvtárosi, könyvtárosként, könyvtárosnak
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kütüphaneci, librarian, kütüphanecisi, bir kütüphaneci, kütüphanecinin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
терези, бібліотекар, библиотекарь, бібліотекарка
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bibliotekar, bibliotekari, bibliotekare, bibliotekist, bibliotekar i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
библиотекар, библиотекаря, библиотекарка, библиотечен
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бібліятэкар, бібліятэкарка
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
raamatukoguhoidja, raamatukogutöötaja, raamatukoguhoidjana, raamatukoguhoidjaga, librarian
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bibliotekar, knjižničar, knjižničarka, knjižničara
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bókavörður, bókasafns, bókasafnsfræðingur
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bibliotekininkas, bibliotekininkė, bibliotekininko, bibliotekininkai, bibliotekininkui
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bibliotekārs, bibliotekāra, bibliotekāru, bibliotekāre
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
библиотекар, библиотекарот, библиотекарка, библиотечен, библиотекарство
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bibliotecar, bibliotecară, bibliotecara, bibliotecarul, bibliotecarului
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
knjižničar, knjižničarka, bibliotekar, librarian
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
knihovník, Knihovnice, univerzitný knihovník, Knižničný
Τυχαίες λέξεις