Hourly στα ελληνικά

Μετάφραση: hourly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωριαίος
Hourly στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absences στα ελληνικά - απουσίες, απουσιών, οι απουσίες, τις απουσίες, απουσίες που
  • apostle στα ελληνικά - απόστολος
  • appertaining στα ελληνικά - που ανήκει, ευρισκόμενο
  • camphene στα ελληνικά - καμφενίου, καμφένιο, το καμφένιο, από καμφένιο, του καμφενίου
Τυχαίες λέξεις
Hourly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωριαίος