Percées en grec
Traduction: percées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανακαλύψεις, ανακαλύψεων, επιτεύγματα, καινοτομίες, σημαντικές ανακαλύψεις
Autres langues
Mots associés / Définition (def): percées
lunettes percées, oreilles percées, percées antonymes, percées de lumière, percées de lumière lyrics, percées dictionnaire de langue grec, percées en grec
Traductions
- percé en grec - διάτρητο, διάτρητα, διάτρητη, διάτρητες, διάτρητου
- percée en grec - τρήμα, χάσμα, κενό, διάλλειμα, σπάζω, αντεπίθεση, τρύπα, ...
- percés en grec - διάτρητοι, διάτρητο, διανοίγεται, τρυπάνι, διάτρηση
- perd en grec - χάνει, χάνει την, χάσει, χάνει το, χάνει τη
Mots aléatoires
Percées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανακαλύψεις, ανακαλύψεων, επιτεύγματα, καινοτομίες, σημαντικές ανακαλύψεις
Traductions: ανακαλύψεις, ανακαλύψεων, επιτεύγματα, καινοτομίες, σημαντικές ανακαλύψεις