Repérage en grec
Traduction: repérage, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ταυτότητα, κηλίδες, κηλίδες αίματος, κηλίδωση, εντοπισμός, επισήμανση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): repérage
collier de repérage, exercice de repérage, repérage amiante, repérage amiante avant travaux, repérage antonymes, repérage dictionnaire de langue grec, repérage en grec
Traductions
- repu en grec - ολικός, πλήρης, γεμάτος, μεστός, sated
- repère en grec - σημείωση, βαθμός, κουπόνι, χαρακτήρας, στιγματίζω, μάρκα, σήμα, ...
- repérer en grec - σημειώνω, καθορισμένος, καθιερώνω, διαφαίνομαι, τοποθετώ, διαπιστώνω, εξακριβώνω, ...
- repétrir en grec - ξαναγράφω, προσαρμόζω, διασκευάζω
Mots aléatoires
Repérage en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ταυτότητα, κηλίδες, κηλίδες αίματος, κηλίδωση, εντοπισμός, επισήμανση
Traductions: ταυτότητα, κηλίδες, κηλίδες αίματος, κηλίδωση, εντοπισμός, επισήμανση