Minute en grec
Traduction: minute, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
λεπτομερής, μικροσκοπικός, λεπτό, λεπτά, λεπτά με, λεπτά με τα πόδια, λεπτών
Autres langues
Mots associés / Définition (def): minute
body minute, booking, camping derniere minute, cocotte minute, derniere minute, minute dictionnaire de langue grec, minute en grec
Traductions
- minuscule en grec - μικρός, αδύνατος, μικροπρεπής, τοσοδούλης, νάνος, ισχνός, υποκοριστικός, ...
- minutage en grec - συγχρονισμός, χρονομέτρηση, χρονοδιάγραμμα, χρονισμού, χρονική στιγμή
- minuter en grec - χρόνος, καιρός, φορά, ώρα
- minuteur en grec - χρονόμετρο, χρονοδιακόπτη, χρονοδιακόπτης, χρονομετρητή, χρονομέτρου
Mots aléatoires
Minute en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: λεπτομερής, μικροσκοπικός, λεπτό, λεπτά, λεπτά με, λεπτά με τα πόδια, λεπτών
Traductions: λεπτομερής, μικροσκοπικός, λεπτό, λεπτά, λεπτά με, λεπτά με τα πόδια, λεπτών