Ligué en grec
Traduction: ligué, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ένωση, σχέση, συνδέω, συνασπισμός, σύσκεψη, συμμαχία, σύμφωνο, δεσμός, συνέδριο, συγκολλώ, πρωτάθλημα, ομοσπονδία, σωματειακός, κατηγορία, αρένα, πρωταθλήματος, στην αρένα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): ligué
foot, foot ligue 1, football, la ligue, ligue 1, ligué dictionnaire de langue grec, ligué en grec
Traductions
- liguant en grec - απολινώνοντας, προσδέσεως, φρακτικός, απολίνωση, απολινώσεως
- liguent en grec - συνενώνω, ενοποιώ, συμμορία, συμμορίας, συμμοριών, παρέα, της συμμορίας
- liguer en grec - συγχωνεύω, συνδυάζω, εδραιώνω, συσχετίζω, συνδέω, αγέλη, συγχωνεύομαι, ...
Mots aléatoires
Ligué en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ένωση, σχέση, συνδέω, συνασπισμός, σύσκεψη, συμμαχία, σύμφωνο, δεσμός, συνέδριο, συγκολλώ, πρωτάθλημα, ομοσπονδία, σωματειακός, κατηγορία, αρένα, πρωταθλήματος, στην αρένα
Traductions: ένωση, σχέση, συνδέω, συνασπισμός, σύσκεψη, συμμαχία, σύμφωνο, δεσμός, συνέδριο, συγκολλώ, πρωτάθλημα, ομοσπονδία, σωματειακός, κατηγορία, αρένα, πρωταθλήματος, στην αρένα