Abjurent en grec

Traduction: abjurent, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποκρούω, εξομνύω, αποκηρύξει, ομολογούν, ανακαλώ διά όρκου
Abjurent en grec
Autres langues

Mots associés / Définition (def): abjurent

abjurant champion, abjurent antonymes, abjurent grammaire, abjurent mots croisés, abjurent signification, abjurent dictionnaire de langue grec, abjurent en grec

Traductions

  • abjuration en grec - αναίρεση, μετανοίας, δήλωση μετανοίας, να αποδοκιμάσει, αποδοκιμάσει
  • abjure en grec - αποκρούω, εξομνύω, αποκηρύξει, ομολογούν, ανακαλώ διά όρκου
  • abjurer en grec - αποκρούω, εξομνύω, αποκηρύξει, ομολογούν, ανακαλώ διά όρκου
  • abjurez en grec - αποκρούω, εξομνύω, αποκηρύξει, ομολογούν, ανακαλώ διά όρκου
Mots aléatoires
Abjurent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποκρούω, εξομνύω, αποκηρύξει, ομολογούν, ανακαλώ διά όρκου