Lahjonta kreikaksi
Käännös: lahjonta, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
δεκασμός, ξεμαύλισμα, μαύλισμα, δωροδοκία, διαφθορά, λάδωμα, εκμαυλισμός, διαφθοράς, της διαφθοράς, δωροδοκίας
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: lahjonta
lahjonta elinkeinotoiminnassa, lahjonta englanniksi, lahjonta finlex, lahjonta hkr, lahjonta kiristys ja uhkailu, lahjonta kielisanakirja kreikka, lahjonta kreikaksi
Käännökset
- lahjomattomuus kreikaksi - ακεραιότητα, ακεραιότητας, την ακεραιότητα, της ακεραιότητας, η ακεραιότητα
- lahjominen kreikaksi - ξεμαύλισμα, δωροδοκία, δεκασμός, μόσχευμα, λάδωμα, μπολιάζω, διαφθορά, ...
- lahjus kreikaksi - λουφές, δωροδοκία, δωροδοκίας, δωροδοκήσει, μίζα, δωροδοκούν
- lahko kreikaksi - αίρεση, εντολή, παραγγελία, προσταγή, παραγγέλλω, φατρία, Sect, ...
Satunnaisia sanoja
Lahjonta kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: δεκασμός, ξεμαύλισμα, μαύλισμα, δωροδοκία, διαφθορά, λάδωμα, εκμαυλισμός, διαφθοράς, της διαφθοράς, δωροδοκίας
Käännökset: δεκασμός, ξεμαύλισμα, μαύλισμα, δωροδοκία, διαφθορά, λάδωμα, εκμαυλισμός, διαφθοράς, της διαφθοράς, δωροδοκίας