Prosa en griego
traducción: prosa, diccionario: español » griego
lenguaje fuente:
español
lengua objetivo:
griego
Traducciones:
τρίζω, φλυαρώ, πεζογραφία, πεζογραφίας, πρόζα, πεζά, πεζό λόγο
Palabras relacionadas
otros Idiomas
Palabras relacionadas: prosa
prosa y verso, prosa poetica, prosa medieval, prosa didactica, prosa definicion, prosa diccionario de idioma griego, prosa en griego
Traducciones
- propósito en griego - σκοπός, πρόθεση, λειτουργία, σχεδιάζω, προαίρεση, σχέδιο, σχεδιασμός, ...
- prorratear en griego - κατανέμω, διανέμω, κατανομή, κατανείμει, κατανέμει, αποδοθούν, να αποδοθούν
- prosaico en griego - συνηθισμένος, μονότονος, ανιαρός, τετριμμένος, πεζός, πεζό
- proscrito en griego - φυγάς, εκτός νόμου, θέσει εκτός νόμου, θέσουν εκτός νόμου, παράνομο, απαγορεύσει
palabras al azar
Prosa en griego - diccionario: español » griego
Traducciones: τρίζω, φλυαρώ, πεζογραφία, πεζογραφίας, πρόζα, πεζά, πεζό λόγο
Traducciones: τρίζω, φλυαρώ, πεζογραφία, πεζογραφίας, πρόζα, πεζά, πεζό λόγο