Uneasy in greek
Translation: uneasy, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ανήσυχος, δύσκολη, άβολα, ανήσυχοι, ανήσυχο
Other Languages
Related words: uneasy
uneasy rider, uneasy hearts, uneasy feeling, uneasy hearts lyrics, stomach uneasy, uneasy language dictionary greek, uneasy in greek
Translations
- uneasily in greek - ανησυχώς, ανήσυχα, αμήχανα, άβολα, μειονεκτεί
- uneatable in greek - που δεν τρώγεται, δεν τρώγεται, τρώγεται
- uneaten in greek - αφάγωτος, αφάγωτης, υπολείμματα, τα υπολείμματα, αχρησιμοποίητες
Random words
Uneasy in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ανήσυχος, δύσκολη, άβολα, ανήσυχοι, ανήσυχο
Translations: ανήσυχος, δύσκολη, άβολα, ανήσυχοι, ανήσυχο