Subjectivity in greek

Translation: subjectivity, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
υποκειμενικότητα, υποκειμενικότητας, την υποκειμενικότητα, της υποκειμενικότητας, η υποκειμενικότητα
Subjectivity in greek
Related words
Other Languages

Related words: subjectivity

subjectivity definition, objectivity subjectivity, objectivity, what is subjectivity, define subjectivity, subjectivity language dictionary greek, subjectivity in greek

Translations

  • subjectivism in greek - υποκειμενισμό, υποκειμενισμός, υποκειμενισμού, τον υποκειμενισμό, του υποκειμενισμού
  • subjectivities in greek - υποκειμενικότητες, υποκειμενικοτήτων, υποκειμενικότητές, των υποκειμενικοτήτων, τις υποκειμενικότητες
  • subjoin in greek - επισυνάπτω, προσθέτω
Random words
Subjectivity in greek - Dictionary: english » greek
Translations: υποκειμενικότητα, υποκειμενικότητας, την υποκειμενικότητα, της υποκειμενικότητας, η υποκειμενικότητα