Feeble-minded in greek

Translation: feeble-minded, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
πτωχός τω πνευμάτι, μικρόνουν, οι νοητικά καθυστερημένοι, νοητικά καθυστερημένοι, αδύναμων πνευματικά
Feeble-minded in greek
Other Languages

Related words: feeble-minded

feeble-minded language dictionary greek, feeble-minded in greek

Translations

  • fee in greek - τιμάριο, δίδακτρα, αμοιβή, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση
  • feeble in greek - ανίσχυρος, ασθενικός, αδύναμος
  • feebleminded in greek - διανοητικά καθυστερημένοι, νοητικά καθυστερημένοι, διανοητικά καθυστερημένων
Random words
Feeble-minded in greek - Dictionary: english » greek
Translations: πτωχός τω πνευμάτι, μικρόνουν, οι νοητικά καθυστερημένοι, νοητικά καθυστερημένοι, αδύναμων πνευματικά