Eroding in greek

Translation: eroding, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
διαβρώνοντας, διάβρωση, διάβρωσης, διαβρωτική, διαβρωτικής
Eroding in greek
Other Languages

Related words: eroding

eroding definition, eroding language dictionary greek, eroding in greek

Translations

  • eroded in greek - διαβρώνεται, διαβρωθεί, διαβρώνονται, διαβρωμένα, διάβρωση
  • erodes in greek - διαβρώνεται, διαβρώνει
  • erogenous in greek - ερωτογενείς, ερωτογενής, ερωτογενή, τις ερωτογενείς
  • eros in greek - Έρως, έρωτας, Eros, τον Έρωτα, Ο Eros
Random words
Eroding in greek - Dictionary: english » greek
Translations: διαβρώνοντας, διάβρωση, διάβρωσης, διαβρωτική, διαβρωτικής