Dispelling in greek

Translation: dispelling, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
διαλύοντας, Διάλυση, καταρρίπτοντας, Διάλυση των, διασκεδάσει
Dispelling in greek
Other Languages

Related words: dispelling

dispelling myths, amalur dispelling, dispelling the myth, reckoning dispelling, dispelling language dictionary greek, dispelling in greek

Translations

  • dispelled in greek - διέλυσαν, διαλυθούν, διαλυθεί, εξαλείφεται, διαλύθηκαν
  • dispensability in greek - δυνατότητα διανομής, η δυνατότητα διανομής, δοσολόγηση, ικανότητα διανομής
Random words
Dispelling in greek - Dictionary: english » greek
Translations: διαλύοντας, Διάλυση, καταρρίπτοντας, Διάλυση των, διασκεδάσει