Disassociates in greek
Translation: disassociates, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποσυνδέει, διίσταται, διασπάται, σε διάσταση
Other Languages
Related words: disassociates
disassociates language dictionary greek, disassociates in greek
Translations
- disassociate in greek - διαχωρίσει, διαχωρίζουμε, διαχωρίζουμε τη, διαχωρίσουν, διαχωρίσουν τη
- disassociated in greek - διαχωριστεί, συσχετιζόμενη, αποκομμένες, αποσυνδεθούν, αποσυνδέεται
- disassociating in greek - απομακρύνομαι, αποχωρισμό, τον αποχωρισμό, διαχωρίζει, διαχωριζόμενος
- disassociation in greek - αποσύνδεση, αποσύνδεσης, διάσπαση, διαστάσεως, αποσύνδεσή
Random words
Disassociates in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποσυνδέει, διίσταται, διασπάται, σε διάσταση
Translations: αποσυνδέει, διίσταται, διασπάται, σε διάσταση