Deploring in greek
Translation: deploring, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποδοκιμάζοντας, καταδικάζοντας, εκφράζοντας τη λύπη του, εκφράζοντας τη λύπη, αποδοκιμάζει
Other Languages
Related words: deploring
deploring language dictionary greek, deploring in greek
Translations
- deplored in greek - αποδοκίμασε, εκφράζει τη λύπη του, λύπη, εκφράζει τη λύπη, εξέφρασε τη λύπη
- deplores in greek - εκφράζει τη λύπη του, εκφράζει τη λύπη, αποδοκιμάζει, εκφράζει τη λύπη της, λυπάται
- deploy in greek - παρατάσσω, ανάπτυξη, αναπτύξουν, αναπτύξετε, αναπτύξει, αναπτύσσουν
Random words
Deploring in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποδοκιμάζοντας, καταδικάζοντας, εκφράζοντας τη λύπη του, εκφράζοντας τη λύπη, αποδοκιμάζει
Translations: αποδοκιμάζοντας, καταδικάζοντας, εκφράζοντας τη λύπη του, εκφράζοντας τη λύπη, αποδοκιμάζει