Bicker in greek
Translation: bicker, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
καβγάς, φιλονικώ, τσακώνονται, λογομαχώ, τσαντίζεστε
Other Languages
Related words: bicker
the bicker, to bicker, bicker definition, bicker define, bicker language dictionary greek, bicker in greek
Translations
- bicentennial in greek - διακοσαετής, δισεκατονταετές, δισεκατονταετή, δισεκατονταετής
- biceps in greek - δικέφαλος μυς, δικέφαλους μυς, δικεφάλου, δικέφαλου, δικέφαλους
- bickered in greek - διαπληκτίζονται
- bickering in greek - διαπληκτισμοί, διαπληκτισμούς, μικροκαυγά, διαπληκτισμών, λογομαχίες
Random words
Bicker in greek - Dictionary: english » greek
Translations: καβγάς, φιλονικώ, τσακώνονται, λογομαχώ, τσαντίζεστε
Translations: καβγάς, φιλονικώ, τσακώνονται, λογομαχώ, τσαντίζεστε